του Φίλιππου Αϊβάζη  

to sinidito fagito3

Ένας ιστορικός του μέλλοντος μάλλον θα μελαγχολούσε βλέποντας πόσο πολύ μας απασχολεί στον δυτικό κόσμο το φαγητό. Δεν είναι μόνο οι τεράστιες ποσότητες φαγητού που παράγουμε (την ίδια στιγμή που σε άλλες περιοχές του πλανήτη υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν από την πείνα) αλλά και η εμμονή στην ποικιλία των γεύσεων, στην απόλαυση της τροφής. Η γλώσσα και το στομάχι μας γίνονται μέσα ηδονής και στη διάρκεια της ημέρας αναζητούμε μικρές ή μεγάλες διατροφικές απολαύσεις. Η απόλαυση του φαγητού όμως ξεκινά με την αίσθηση της όσφρησης· η μύτη πρώτη αντιλαμβάνεται την τροφή, ο ενθουσιασμός κορυφώνεται και κατόπιν το στόμα και η γεύση θα αναλάβουν να συνεχίσουν την εμπειρία της βρώσης. Ωστόσο απ’ ότι φαίνεται ο ρόλος της όσφρησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος απ’ ότι νομίζαμε μέχρι τώρα…

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΟΣΦΡΗΣΗ

Μέχρι πρότινος νομίζαμε πως μόνο στη μύτη υπάρχουν οσφρητικά κύτταρα που μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε τις μυρωδιές, και άρα ότι αυτή έχει το μονοπώλιο της όσφρησης. Ωστόσο μία νέα έρευνα έρχεται να αμφισβητήσει αυτή μας την πεποίθηση. Όπως αναφέρει ο Peter Schieberle, Ph.D., επικεφαλής του σχετικού ερευνητικού προγράμματος και διεθνώς αναγνωρισμένος ειδικός στη χημεία και την τεχνολογία της τροφής, ίδιου τύπου υποδοχείς φαίνεται να υπάρχουν και αλλού στο σώμα όπως σε κύτταρα του αίματος, στην καρδιά και στα πνευμόνια. Αφού η τροφή απορροφηθεί από τον οργανισμό, τα συστατικά της μέρη περνούν στο αίμα οπότε ένα ενδιαφέρον ερώτημα που προκύπτει κατά τον Δρ. Schieberle είναι: μυρίζει η καρδιά ή τα πνευμόνια μας το φαγητό που μόλις φάγαμε; Προς το παρόν δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά στοιχεία για να δοθεί μια ικανοποιητική απάντηση.

Αυτό όμως που η έρευνα δείχνει είναι η αλληλεπίδραση των κυττάρων του αίματος με τα στοιχεία μυρωδιάς τα οποία ανιχνεύουν οι υποδοχείς της μύτης μας. Σε ένα πείραμα που διεξήγαγε η ερευνητική ομάδα του Δρ. Schieberle, κύτταρα ανθρώπινου αίματος τοποθετήθηκαν στη μία πλευρά ενός ειδικά διαμορφωμένου θαλάμου ενώ στην άλλη πλευρά τοποθετήθηκε ένα «ελκτικό οσφρητικό σκεύασμα». Αυτό που παρατήρησαν ήταν ότι τα κύτταρα του αίματος άρχισαν να κινούνται προς την κατεύθυνση της μυρωδιάς!

Εάν αυτές οι ενδείξεις επιβεβαιωθούν από κάποια μελλοντική έρευνα τι θα σημαίνει αυτό για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το φαγητό μας; Λίγο πολύ η επίγνωσή μας του φαγητού που τρώμε αρχίζει μυρίζοντας το, κορυφώνεται στο μάσημα και στη γεύση του και τελειώνει με το που καταπίνουμε την τροφή. Εάν ουσιαστικά το φαγητό μας το μυρίζει όχι μόνο η μύτη μας αλλά και το εσωτερικό του σώματός μας τότε μάλλον θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τον αυτοματοποιημένο, ηδονοθηρικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε την τροφή.

ΤΟΝ ΑΡΤΟΝ ΗΜΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΟΥΣΙΟΝ

Αλλά δεν χρειάζεται να περιμένουμε κάποια μελλοντική επιστημονική μελέτη να αποδείξει κάτι που μπορούμε να διαπιστώσουμε και μόνοι μας. Αν αφιερώσουμε το χρόνο για να μαγειρέψουμε μόνοι μας το γεύμα μας, χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν πιο φυσικά υλικά και αντικαθιστώντας έτοιμα προϊόντα (συσκευασμένο τριμμένο τυρί, σάλτσες, κλπ) με αυτά που εμείς θα κατασκευάσουμε, θα δούμε ότι το τελικό αποτέλεσμα είναι πολύ πιο ικανοποιητικό για τη γλώσσα και το στομάχι μας ακόμη και από πιάτα ακριβών εστιατορίων.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Όταν τρώμε κάποιο έτοιμο φαγητό, ανεξάρτητα αν μας το σερβίρει ένα εστιατόριο ή κάποιο φαστφουντάδικο, νιώθουμε την ικανοποίηση της γεύσης σε συνειδητό επίπεδο αλλά για τον οργανισμό η τροφή αποτελεί έναν “εισβολέα” τον οποίο με βία ετοιμάζεται να απορροφήσει. Ωστόσο όταν παίρνουμε το χρόνο μας για να ετοιμάσουμε εμείς το φαγητό μας, η διαδικασία είναι πιο σταδιακή, πιο φυσική. Τα υλικά που βλέπουμε και κυρίως μυρίζουμε και η επίγνωση του μαγειρέματος γίνονται αντιληπτά από το σώμα μας σε μοριακό, ακόμη και σε ενστικτώδες επίπεδο. Έτσι το σώμα μας προετοιμάζεται κι αυτό για να δεχθεί την τροφή, οπότε η πέψη του μετά είναι πιο ολοκληρωμένη και ολιστική!

Αλλά η διαδικασία του μαγειρέματος επηρεάζει και εμάς τους ίδιους. Αντί να αναμένουμε παθητικά την τροφή, όπως τα ζώα στις κτηνοτροφικές μονάδες, σαν ένα καταπραϋντικό της πείνας αλλά και των αρνητικών σκέψεων που μας απασχολούν στη ρουτίνα της καθημερινότητας συμμετέχουμε ενεργά στην προετοιμασία του. Έτσι ο νους μας, σαν να μπαίνει σε ένα είδος διαλογισμού, επικεντρώνεται στις λεπτομέρειες της μαγειρικής και για όσο αυτή διαρκεί βιώνει έναν άλλο χρόνο με πιο ήρεμους ρυθμούς. Ταυτόχρονα βρίσκουμε μια ευκαιρία να εξασκήσουμε τη δημιουργικότητά μας, να πειραματιστούμε με το φαγητό μας έτσι ώστε όταν το τρώμε η ικανοποίηση που λαμβάνουμε, πέρα από το σώμα, μας αγγίζει και σε ψυχολογικό επίπεδο.

Είναι η ίδια ικανοποίηση που λαμβάνει ο καλλιτέχνης βλέποντας ένα έργο τέχνης του, και αυτό είναι ένα συναίσθημα που το χρειαζόμαστε στην εποχή της μαζικής τυποποίησης.

Οι εκπομπές μαγειρικής που βλέπουμε στην τηλεόραση ίσως να λειτουργούν σαν ένα υποκατάστατο αυτής της διαδικασίας. Αφού δεν μαγειρεύουμε οι ίδιοι το φαγητό μας ίσως κάπου το υποκαθιστούμε παρακολουθώντας τη διαδικασία.

Η προβληματική σχέση μας στον δυτικό κόσμο με το φαγητό μας θα έπρεπε να μας προειδοποιεί ότι κάνουμε κάτι λάθος. Γιατί είναι τόσο διαδεδομένη η παχυσαρκία και τα προβλήματα υγείας από κακή διατροφή; Είναι σαν να νιώθουμε μέσα μας ένα κενό το οποίο προσπαθούμε να γεμίσουμε τρώγοντας σαν να αποζητούμε από την τροφή μας ένα χάδι στην -ευαίσθητη στα συναισθήματα- κοιλιά μας. Μια πιο συνειδητή σχέση με το φαγητό μας σίγουρα μπορεί να συμβάλλει θεραπευτικά προς έναν πιο υγιή τρόπο ζωής.


 

Το κείμενο “Το συνειδητό φαγητό” πρωτοδημοσιεύτηκε στο ΑΒΑΤΟΝ Νο 125.

 
 

 

{socialsharebuttons}

Close

Cart

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.