του Γιώργου Καραμπελιά

tha-yparxei-elladaΤα τελευταία 80 χρόνια υπήρξαν καταλυτικά. Οι Έλληνες ξεριζώθηκαν από χώρους στους οποίους ζούσαν για χιλιάδες χρόνια: Μικρά Ασία, Κωνσταντινούπολη, Βαλκάνια, Πόντος, Μαύρη Θάλασσα. Υπήρξαμε έμποροι και ναυτικοί, μετανάστες και έποικοι, ποιητές, Οδυσσείς. Και σήμερα πια, είτε στριμωχτήκαμε στην ασφυκτική φυλακή της μετριοκρατικής ψωροκώσταινας, είτε ταξιδέψαμε σε μακρινούς και υπερπόντιους τόπους, μακριά από τον ιστορικό χώρο της Μεσογείου.

Η ισχύς μας, οι κοινότητές μας, αποσυντέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από την έρημο της τηλεόρασης. Οι πόλεις και τα χωριά μας που κάποτε γέννησαν το μέτρο και την αρμονία μεταβλήθηκαν σε άθλια εξαμβλώματα, αγχωτικά, γελοιογραφικά, χρησιμοθηρικά. Πόλεις και χωριά όπου κυριαρχεί ο βιασμός του μέτρου, η περιφρόνηση της Φύσης. Στο εσωτερικό, η οικονομία έχει μεταβληθεί σε άθυρμα της λεόντειας συμμαχίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι εξαγωγές μας καλύπτουν πλέον μόνον το 25% των εισαγωγών. Η αποβιομηχάνιση μαίνεται και η ανεργία βαραίνει πάνω στη νεολαία.

Οι κοινωνικές ανισότητες οξύνονται. Η Ελλάδα ανεπαισθήτως βαδίζει προς δύο διαχωρισμένες κοινωνίες δύο «ταχυτήτων». Τα «μεγάλα έργα», που προωθεί το αθηνοκεντρικό κατεστημένο εργολάβων, πολιτικών και δημοσιογράφων, θα επιτείνουν τον αθηναϊκό παρασιτισμό και τη μεταβολή της χώρας σε τουριστικό εξάρτημα της Δυτικής Ευρώπης.

Η Κύπρος συνεχίζει να απειλείται, η Τουρκία επιτείνει τον τυχοδιωκτικό επεκτατισμό της, τα Βαλκάνια ξαναμπαίνουν στην ιστορία μετά το τέλος του διπολισμού, με αίμα, δάκρυα και πόλεμο. Το πολιτικό προσωπικό παραπαίει, ενώ έχει εξαντληθεί η όποια δυναμική της μεταπολίτευσης.

Αυτή είναι η πραγματική κατάσταση της χώρας. Οι Έλληνες βρίσκονται ίσως στο σημαντικότερο σταυροδρόμι της ιστορίας τους. Ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη εποχή δεν ήταν τόσο κοντά στην πολιτισμική εξαφάνιση. Ακόμα και στις εποχές που δεν διέθεταν κρατική υπόσταση, διέθεταν τη δύναμη της γλώσσας, του πολιτισμού, της θρησκείας, του πληθυσμού, που τους καθιστούσε σημαντικό παράγοντα σε όλη την ανατολική Μεσόγειο.

Σήμερα, ο κίνδυνος της σύνθλιψής μας μέσω του παρασιτισμού προς τη Δύση και της υποταγής στην Ανατολή –την Τουρκία– είναι πολύ περισσότερο άμεσος. Και δεν μπορούμε να συμμεριστούμε τη λογική που υποστηρίζει πως «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Τίποτε στην ιστορία δεν είναι αιώνιο ή αναλλοίωτο. Οι Έλληνες δεν έχουν κερδίσει την ιστορική αθανασία. Και ο ελληνοκεντρισμός είναι πάντα κακός σύμβουλος γιατί συσκοτίζει την πραγματικότητα, ενώ η ελληνικότητα δεν έχει από μόνη της αξιολογικό χαρακτήρα.

Αποδεχόμαστε την ελληνικότητα όχι επειδή είναι «ανώτερη» από κάθε τι το αλλότριο, αλλά γιατί αποτελεί συστατικό της ταυτότητάς μας. Η δε ανάδειξη της πιθανής παγκόσμιας αξίας στοιχείων του πολιτισμού μας πρέπει να αποδεικνύεται και όχι να υποκαθίσταται από την αγάπη μας για τη χώρα μας.

ΤΟ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΧΙΛΙΕΤΙΑΣ

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ο 21ος αιώνας θα αποδειχτεί ο σημαντικότερος ίσως στην ελληνική ιστορία, γιατί θα τεθεί το ζήτημα της ανασύνθεσης, της ανασυγκρότησης του έθνους μας, ίσως και της ίδιας της έννοιας του Εθνικού, αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως διακριτός πολιτισμός. Θα τεθεί εν τέλει το ίδιο το ζήτημα της επιβίωσής μας ως διακριτού πολιτισμικού μορφώματος.

Ζήσαμε μερικές χιλιάδες χρόνια ως έθνος μέσα από διάφορες ιστορικές διαμορφώσεις – πόλη-κράτη, υπερεθνικές αυτοκρατορίες, υπόδουλοι σε ξένες και εχθρικές δυνάμεις. Τέλος, για λιγότερο από 200 χρόνια σε ένα έθνος-κράτος, που δεν προλάβαμε να οικοδομήσουμε και μπαίνουμε ήδη στη διαδικασία της αποδόμησής του, μέσα από τις διαδικασίες της δυτικο-ευρωπαϊκής ενοποίησης στα δυτικά μας και της επιστροφής του παλιού οθωμανικού επεκτατισμού με νέες μορφές στα ανατολικά μας.

Το ερώτημα που μπαίνει μπροστά μας και είναι πλέον άμεσο, επίκαιρο, αναπόδραστο, είναι: θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι Έλληνες σε 100 χρόνια; Και η απάντηση δεν φαίνεται αυτονόητη. Ιδιαίτερα δε αν δεν εμφανιστεί μια νέα απάντηση, μια νέα δυνατότητα απάντησης απέναντι στις δύο κυρίαρχες τάσεις στη σημερινή Ελλάδα, η μοίρα μας είναι προδιαγεγραμμένη.

Οι δύο τάσεις που διαγκωνίζονται είναι οι δύο όψεις μιας αδιέξοδης και ασύμπτωτης συνάρθρωσης. Είναι από τη μια η εθελοδουλία του εκσυγχρονισμού που θεωρεί πως όσο ταχύτερα εξαφανιστεί η ιδιαιτερότητά μας και συγχωνευτούμε στη μεγάλη δυτική κοινότητα τόσο το καλύτερο, γιατί «επιτέλους» θα γίνουμε Ευρωπαίοι. Και ας καταργήσουμε όχι μόνο το έθνος-κράτος ως ιδιαίτερη πολιτειακή ενότητα, αλλά και το ίδιο το έθνος μας ως πολιτισμική ταυτότητα.

Και η δεύτερη είναι αυτή, που μπροστά σε αυτήν την αποκρουστική εκδοχή της πολτοποίησής μας προσφεύγει στις παλιές μας ταυτότητες, στη δύναμη της παράδοσής μας, επιθυμώντας να αναπαράγει το κλέος της – είτε της αρχαίας Ελλάδας είτε του «ένδοξού μας βυζαντινισμού», είτε και των δύο μαζί.

Παρόλο που για πολλά χρόνια –ιδιαίτερα στη διάρκεια της δικτατορίας και αμέσως μετά– οι συμμαχίες μου βρίσκονταν στο πρώτο στρατόπεδο, του «οργανικού εκδυτικισμού», κι ενώ τα τελευταία χρόνια συμπορεύομαι σε μια τακτική συμμαχία με αυτήν τη δεύτερη εκδοχή, γνωρίζω τα αδιέξοδα και των δύο, θεωρώντας βέβαια ως μεγαλύτερο κίνδυνο την πρώτη εκδοχή. Και εξηγούμαι…

Close

Cart

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.