του Νικήτα Κόραλη
Μοιάζει απλό και δεδομένο αλλά η επιστήμη το επιβεβαίωσε μόλις πρόσφατα: η θρησκεία και η πνευματικότητα έχουν άμεση επίδραση στην ανθρώπινη ψυχολογία.
Όταν η ψυχολογία, ως νέα επιστήμη, ήταν ακόμη στα σπάργανα, οι ψυχολόγοι απέφευγαν επιμελώς οποιαδήποτε σύνδεση με θρησκευτικά ζητήματα, από φόβο μη γλιστρήσουν ξανά στα «χωράφια» της φιλοσοφίας από τα οποία είχαν ξεπηδήσει.
Ωστόσο με τα χρόνια, έχοντας εξασφαλίσει πλέον το επιστημονικό κύρος στην ακαδημαϊκή κοινότητα, άρχισαν με θάρρος να εξερευνούν και βαθύτερα θέματα που άπτονται της θρησκείας και της πνευματικότητας.
Το τελευταίο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι ένας νέος επιστημονικός κλάδος με το όνομα νευροθεολογία, που αφορά στη μελέτη των εγκεφαλικών διεργασιών που σχετίζονται με τις ανώτερες ή πνευματικές καταστάσεις συνείδησης.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Σήμερα αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο από τους επιστήμονες ότι η θρησκεία και η πνευματικότητα παίζουν σημαντικό, ίσως και καθοριστικό, ρόλο στη ζωή μας.
Για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, η πνευματική εμπειρία (είτε υπό την έννοια της συμμετοχής σε κάποια θρησκεία είτε της εσωτερικής άσκησης στο πλαίσιο κάποιας σχολής ή διδασκαλίας) καθορίζει την καθημερινότητά τους αλλά και τον τρόπο αντίληψής τους.
Ο Αριστοτέλης, πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια είχε πει πως «όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους επιθυμούν να γνωρίσουν». Πρόσφατα, ο Δρ AndrewNewberg και οι συνάδελφοί του το έθεσαν λίγο διαφορετικά. Εμείς οι άνθρωποι, λένε, έχουμε μια εσωτερική, ακούσια τάση «να αναζητούμε το νόημα των πραγμάτων μέσα από τη γνωστική ανάλυση της πραγματικότητας». Ο ίδιος αποκαλεί αυτή την τάση γνωστική αναγκαιότητα.
Κοινώς, είμαστε φτιαγμένοι για να σκεφτόμαστε, να κατανοούμε και να βρίσκουμε νόημα στην ύπαρξή μας. Από τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι έθεταν ερωτήματα για τη γέννηση, το θάνατο και τη θέση τους στο σύμπαν. Προσπαθώντας να κατανοήσουν τον κόσμο, οι πρόγονοί μας ανέπτυξαν μύθους και τελετουργικά, που συχνά τους μετέφεραν σε ασυνήθιστες καταστάσεις συνείδησης.
Ο μύθος και η τελετουργία λοιπόν, ήταν τα πρώτα αρχαία μονοπάτια προς αυτό που ονομάζουμε πνευματικότητα. Σήμερα αυτό αποδεικνύεται πλέον επιστημονικά.
Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Οι εγκεφαλικές μελέτες του Newberg έδειξαν πως συγκεκριμένες επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, όπως αυτές που συναντάμε στα θρησκευτικά τελετουργικά, μειώνουν τη δραστηριότητα των βρεγματικών μας λοβών.
Σε κανονικές συνθήκες η περιοχή αυτή του εγκεφάλου βοηθάει στο να εντοπίζουμε αντικείμενα (αλλά και τον εαυτό μας) στο χώρο. Όταν η δραστηριότητα αυτής της περιοχής μειώνεται, το όριο ανάμεσα στον εαυτό μας και στον υπόλοιπο κόσμο απαλύνεται. Καθώς τα όρια του εαυτού μας γίνονται κάπως θολά, τείνουμε να νιώθουμε ως μέρη ενός μεγαλύτερου Όλου.
Η εμπειρία αυτή περιγράφεται ως μια υπέρβαση του εδώ-και-τώρα. Η τελετουργική δραστηριότητα, όπως οι ψαλμωδίες, αλλά και η διαρκής προσευχή και ο διαλογισμός μπορούν να επηρεάσουν τους βρεγματικούς λοβούς και να δημιουργήσουν αυτό το συναίσθημα.
Θέλοντας να εξετάσουν το φαινόμενο περαιτέρω, ο Newberg και οι συνάδελφοί του σκανάρισαν τους εγκέφαλους Θιβετιανών μοναχών και Φραγκισκανών καλογραιών καθώς διαλογίζονταν ή προσεύχονταν. Το αποτέλεσμα ήταν να εντοπιστούν επιστημονικά οι αποδείξεις της πνευματικότητάς τους.
Η έρευνα έδειξε ότι η πνευματική εμπειρία των μοναχών ενώ ασκούνταν, συνοδευόταν από αυξημένη δραστηριότητα σε συγκεκριμένα εγκεφαλικά κέντρα με ταυτόχρονη μείωση της δραστηριότητας σε κάποια άλλα.
Αυτό δείχνει πως η πνευματικότητα είναι κάτι περισσότερο από μια απλή ψυχολογική εμπειρία: έχει βιολογικές ρίζες σε αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν μηχανισμό της υπερβατικότητας.