ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ

Ο Θεοφάνης φροντίζει επιμελώς να τονίσει ότι το πρώτο βήμα που αναφέρεται στην προσευχή, είναι πολύ ιδιαίτερο. Στην αγνότερη μορφή του είναι μια χωρίς εικόνες προσοχή (ανεικονική) προς τη Θεία παρουσία, μια προσοχή που περισσότερο οντολογικά παρά ρητορικά συνδέεται με το αντικείμενό της, και η οποία στην Ησυχαστική πρακτική υποστηρίζεται από την επανάληψη μιας σύντομης επίκλησης, όπως για παράδειγμα η φράση Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με.

Είναι πολύ σημαντικό να αντιληφθούμε εδώ, ότι αυτό το εναρκτήριο βήμα συνιστά από μόνο του ένα εξαιρετικά ανεπτυγμένο πνευματικό στάδιο, που προϋποθέτει ένα υπόβαθρο για το οποίο δεν γίνεται η παραμικρή νύξη στο ποίημα. Με άλλα λόγια, το ποίημα αρχίζει από ένα σημείο πολύ πέρα από την κατάσταση στην οποία συνήθως βρισκόμαστε οι περισσότεροι και είμαστε πιθανόν έτοιμοι να ανταποκριθούμε.

Η ουσιαστική προσευχή είναι η κατώτατη βαθμίδα μιας Κλίμακας, η οποία πρέπει πρώτα να εδραστεί σε ένα ζωντανό καθαγιασμένο θεμέλιο, ενώ η ανάβασή της προϋποθέτει μια μακρά και ευρύτατη εκπαίδευση με την καθοδήγηση ενός πνευματικού πατέρα.

Η χριστιανική μυστική παράδοση γνωρίζει πολύ καλά ότι οι ατομικές πρωτοβουλίες και τα κατορθώματα έχουν πάντα καταστροφικές συνέπειες στην πνευματική ζωή. Γι’ αυτό και ο συγγραφέας δηλώνει πλήρη σεβασμό στους πρεσβύτερους και καλύτερούς του αναφερόμενος στους «θεοφόρους πατέρες».

Εφόσον μας χορηγηθεί η ευλογία αυτού του πρώτου βήματος, ανακαλύπτουμε σύντομα ότι η αληθινή προσευχή είναι μια μεταμορφωτική δύναμη, η οποία ξεκινάει το «μαγικό» της έργο κυριολεκτικά μέσα στους ιστούς του ανθρώπινου σώματος.

Σύμφωνα με τη διδασκαλία των Ησυχαστών, αυτή η μεταμόρφωση παρατηρείται  αρχικά στο πιο κεντρικό όργανο του σώματος, την καρδιά, εκεί όπου κατοικεί η καθαρή συνείδηση. Μάλιστα το πιο συνηθισμένο σημάδι αυτής της αλλαγής είναι μια καρδιακή θέρμη. Αυτή η ζέστη, όπως και η καρδιά, δεν είναι μεταφορικές έννοιες. Κάτι στ’ αλήθεια αρχίζει να συμβαίνει στην περιοχή του στήθους. Πρόκειται δηλαδή για πραγματική αίσθηση θερμότητας που νιώθει κανείς εκεί, που συγχρόνως είναι και μια απόδειξη ότι η πραγματική μας καρδιά είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένας μυς, κάτι παραπάνω από μια οργανική αντλία.

Όπως και να έχει, η Κλίμακα ενεργοποιεί ολόκληρο τον άνθρωπο, ως ένα σύνολο. Στην προσπάθειά μας να προσεγγίσουμε την πλήρη ένωση το σώμα δεν εγκαταλείπεται, αλλά ανυψώνεται και οδηγείται στο θεϊκό του πρωτότυπο.

Στη συνέχεια ακολουθεί μια ενέργεια παράδοξη κι αγία. Όσα στην αρχή ίσχυαν μόνο για το κεντρικό όργανο, την καρδιά, σταδιακά γίνονται αισθητά σε ολόκληρο τον ανθρώπινο οργανισμό. Μια φυγόκεντρη ακτινοβολία δύναμης αρχίζει τώρα να εκπέμπεται προς τα έξω μέσω των διαφόρων πτυχών του εαυτού.

Η ενέργεια είναι ένας τεχνικός όρος στην προκειμένη περίπτωση. Η δυτική φιλοσοφία συνήθως κάνει ένα διαχωρισμό ανάμεσα στη μορφή και την ύλη. Η ενέργεια είναι το τρίτο στοιχείο που συνδέει τα άλλα δύο (τη μορφή και την ύλη). Είναι ο ζωντανός εσωτερικός παλμός μέσω του οποίου η ουσία εκδηλώνεται ως υπόσταση.

Ο Θεός έχει το δικό Του μοναδικό παλμό, που είναι η αποτελεσματική και λυτρωτική παρουσία του Υπερβατικού στο κοσμικό πεδίο. Από την πλευρά μας, εμείς οι άνθρωποι έχουμε τη δυνατότητα να συμμετέχουμε πλήρως στη Θεία Υπόσταση και στη δύναμη του Θεού, μέσα από την αφομοίωση των ιερών ενεργειών Του. Το κομβικό σημείο γι’ αυτή τη συνδιαλλαγή είναι η ανθρώπινη καρδιά –μια συνδιαλλαγή που αρχίζει όταν το δικό μας κέντρο μετακινείται ώστε να ταυτιστεί με το κέντρο του Θεού.

ΘΕΙΑ ΔΑΚΡΥΑ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΣΗ ΤΟΥ ΝΟΥ

Το τέταρτο βήμα, τα δάκρυα, είναι ένα τεκμήριο αυτής της αλλαγής. Δεν μιλάμε ωστόσο για τα όποια δάκρυα, αλλά μόνο για τα θεία δάκρυα. Είναι σημαντικό να μην συγχέουμε αυτά τα «δάκρυα εκ Θεού» με τα δάκρυα που προέρχονται από τις συνηθισμένες μας λύπες και μελαγχολίες.

Η ανάβαση της Κλίμακας απαιτεί να κυριαρχούμε στα πάθη μας, συμπεριλαμβανομένης της αυτολύπησης, της μνησικακίας και του θυμού που πολύ συχνά εκδηλώνονται με το κλάμα. Πρέπει να γίνουμε αντικειμενικοί απέναντι στο εγώ μας, και να μην ελεγχόμαστε πλέον από τη συναισθηματική εμπλοκή του στο ρευστό παιχνίδι του κόσμου.

«Γίνε αμέριμνος για κάθε πράγμα», λέει ο Θεοφάνης, γιατί «αδύνατο να μάθεις χωρίς αμεριμνία». Δηλαδή χωρίς απόσπαση, αν κανείς δεν σταματήσει να νοιάζεται εσωτερικά, δεν είναι δυνατόν να αποκτήσει την εσωτερική γνώση.

Τα δάκρυα της Κλίμακας δεν είναι δάκρυα εγωιστικής μεταμέλειας ή άρνησης. Αντίθετα, είναι το φυσικό αποτέλεσμα του «λιωσίματος» του εγώ. Καθώς η ακτινοβόλος ενέργεια του Θεού μεταφέρει τη θέρμη της καρδιάς σε όλη την υπόστασή μας, τα διάφορα «στρώματα του πάγου» αρχίζουν να λιώνουν. Έτσι γινόμαστε το ζεστό, απαλό νερό των δακρύων μας, που ξεσπούν στην άνευ όρων παράδοσή μας στο θεϊκό χείμαρρο…

Τα δύο επόμενα στάδια μπορούμε να τα εκλάβουμε ως ένα, αφού είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: ειρήνη λογισμών και κάθαρση του νου. Πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ ότι η ειρήνη αφορά λογισμούς, δηλαδή σκέψεις, κάθε είδους.  Δεν έχει να κάνει καθόλου με θετική σκέψη (που είναι πολύ της μόδας σήμερα),  η οποία θα αντικαθιστούσε απλά τις κακές ή αρνητικές σκέψεις, με άλλες, καλές.

Οι Ησυχαστές ακολουθούν ένα μονοπάτι που οδηγεί πέρα από τη διανοητική σύλληψη καθεαυτή. Με τη λέξη λογισμοί εννοούν τα προϊόντα της ασυνάρτητης διανοητικής λειτουργίας, δηλαδή όλη τη διανοητική φλυαρία που προκύπτει από το συνωστισμό και την εντύπωση μέσα μας αισθήσεων, εικόνων, ιδεών και συναισθημάτων. Βυθισμένοι μέσα σε αυτή τη φλυαρία ζούμε, σαν σε όνειρο, την καθημερινότητά μας.

Ο Θεοφάνης γνωρίζει καλά ότι δεν ζούμε στο τώρα, δεν είμαστε παρόντες στον εαυτό μας, κι αυτό γιατί ο νους μας είναι συνεχώς απασχολημένος με το τι έγινε πριν ή με το τι θα γίνει μετά. Η «θεραπεία» αυτής της προβληματικής κατάστασης μπορεί να προέλθει μόνο από την εμφάνιση μιας ιδιαίτερης ποιότητας προσοχής, που σε αντίθεση με την συνήθη ασυνάρτητη σκέψη, μπορεί να εισχωρήσει στον πυρήνα της ύπαρξης, αλλά και των πραγμάτων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο νους αφυπνίζεται, εξαγνίζεται και αποκτάει μια δύναμη που δεν μπορεί αλλιώς να έχει.

Ανοίγοντας δρόμο μέσα από τα πέπλα της λησμονιάς και εισχωρώντας στο «μεδούλι του κόσμου», ανακαλύπτει μέσω της ενθύμησης το δικό του εσωτερικό περιεχόμενο. «Γιατί, κοίτα, η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σου» (Λουκάς 17:21).

Ως εδώ λοιπόν, στόχος του ποιητή ήταν να μας περιγράψει το επιτακτικό αρχικό στάδιο της μετάνοιας, της απομάκρυνσης από την αυταπάτη και το θάνατο. Τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε φευγαλέα τα θετικά αποτελέσματα αυτής της εργασίας στον εαυτό μας. Υπάρχει μια θεωρία (αρχίζουμε δηλαδή να βλέπουμε) των άνω μυστηρίων, να αντιλαμβανόμαστε μια παράδοξη λάμψη και έναν ανείπωτο φωτισμό της καρδιάς.

Close

Cart

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.